ημίκλαστος
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | ημίκλαστος | η | ημίκλαστος & ημίκλαστη |
το | ημίκλαστο |
| γενική | του | ημικλάστου & ημίκλαστου |
της | ημικλάστου & ημίκλαστης |
του | ημικλάστου & ημίκλαστου |
| αιτιατική | τον | ημίκλαστο | την | ημίκλαστο & ημίκλαστη |
το | ημίκλαστο |
| κλητική | ημίκλαστε | ημίκλαστε & ημίκλαστη |
ημίκλαστο | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | ημίκλαστοι | οι | ημίκλαστοι & ημίκλαστες |
τα | ημίκλαστα |
| γενική | των | ημικλάστων & ημίκλαστων |
των | ημικλάστων & ημίκλαστων |
των | ημικλάστων & ημίκλαστων |
| αιτιατική | τους | ημικλάστους & ημίκλαστους |
τις | ημικλάστους & ημίκλαστες |
τα | ημίκλαστα |
| κλητική | ημίκλαστοι | ημίκλαστοι & ημίκλαστες |
ημίκλαστα | |||
| Οι πρώτοι τύποι, λόγιοι, από την αρχαία κλίση. Οι δεύτεροι τύποι, νεότεροι. | ||||||
| Κατηγορία όπως «άπτερος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Μεταφράσεις
ημίκλαστος
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.