ηλιογέννητος
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | ηλιογέννητος | η | ηλιογέννητη | το | ηλιογέννητο |
| γενική | του | ηλιογέννητου | της | ηλιογέννητης | του | ηλιογέννητου |
| αιτιατική | τον | ηλιογέννητο | την | ηλιογέννητη | το | ηλιογέννητο |
| κλητική | ηλιογέννητε | ηλιογέννητη | ηλιογέννητο | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | ηλιογέννητοι | οι | ηλιογέννητες | τα | ηλιογέννητα |
| γενική | των | ηλιογέννητων | των | ηλιογέννητων | των | ηλιογέννητων |
| αιτιατική | τους | ηλιογέννητους | τις | ηλιογέννητες | τα | ηλιογέννητα |
| κλητική | ηλιογέννητοι | ηλιογέννητες | ηλιογέννητα | |||
| Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Επίθετο
ηλιογέννητος, -η, -ο
- πανέμορφος
- που έχει γεννηθεί από τον κόσμο
- ※ Ηλιογέννητη, ποιός ήλιος
- να σε γέννησεν εσέ;
- Ω! τ’ αστέρια τα πρωτόχυτα
- ποιός τα γνώρισεν, οϊμέ!
- Και μπουμπούκια είναι μισάνοιχτα
- κάποια αστέρια, ω ουρανέ
- Κωστής Παλαμάς, Οι Χαιρετισμοί της Ηλιογέννητης : (Από το Τραγούδι του Ήλιου), Έκδοση του "Περιοδικού μας", Πειραιεύς, 1900
- ※ Ηλιογέννητη, ποιός ήλιος
Συνώνυμα
Μεταφράσεις
ηλιογέννητος
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.