ζαμπονοτυρόπιτα
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | ζαμπονοτυρόπιτα | οι | ζαμπονοτυρόπιτες |
| γενική | της | ζαμπονοτυρόπιτας | — | |
| αιτιατική | τη | ζαμπονοτυρόπιτα | τις | ζαμπονοτυρόπιτες |
| κλητική | ζαμπονοτυρόπιτα | ζαμπονοτυρόπιτες | ||
| Κατηγορία όπως «πέστροφα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Μεταφράσεις
ζαμπονοτυρόπιτα
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.