ευθυμογράφημα
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | το | ευθυμογράφημα | τα | ευθυμογραφήματα |
| γενική | του | ευθυμογραφήματος | των | ευθυμογραφημάτων |
| αιτιατική | το | ευθυμογράφημα | τα | ευθυμογραφήματα |
| κλητική | ευθυμογράφημα | ευθυμογραφήματα | ||
| Κατηγορία όπως «όνομα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ουσιαστικό
ευθυμογράφημα ουδέτερο
- (λογοτεχνία) είδος πεζογραφήματος με εύθυμο ή χιουμοριστικό περιεχόμενο
Συγγενικά
- → δείτε τις λέξεις ευθυμογράφος, εύθυμος, θυμός και γράφω
Μεταφράσεις
ευθυμογράφημα
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.