εξαμερικανισμός

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο εξαμερικανισμός οι εξαμερικανισμοί
      γενική του εξαμερικανισμού των εξαμερικανισμών
    αιτιατική τον εξαμερικανισμό τους εξαμερικανισμούς
     κλητική εξαμερικανισμέ εξαμερικανισμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

εξαμερικανισμός < εξαμερικαν(ίζω) + -ισμός

Προφορά

ΔΦΑ : /e.ksa.me.ɾi.ka.niˈzmos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: εξαμερικανισμός

Ουσιαστικό

εξαμερικανισμός αρσενικό

Συνώνυμα

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.