ελληνοαμερικάνικος
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | ελληνοαμερικάνικος | η | ελληνοαμερικάνικη | το | ελληνοαμερικάνικο |
| γενική | του | ελληνοαμερικάνικου | της | ελληνοαμερικάνικης | του | ελληνοαμερικάνικου |
| αιτιατική | τον | ελληνοαμερικάνικο | την | ελληνοαμερικάνικη | το | ελληνοαμερικάνικο |
| κλητική | ελληνοαμερικάνικε | ελληνοαμερικάνικη | ελληνοαμερικάνικο | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | ελληνοαμερικάνικοι | οι | ελληνοαμερικάνικες | τα | ελληνοαμερικάνικα |
| γενική | των | ελληνοαμερικάνικων | των | ελληνοαμερικάνικων | των | ελληνοαμερικάνικων |
| αιτιατική | τους | ελληνοαμερικάνικους | τις | ελληνοαμερικάνικες | τα | ελληνοαμερικάνικα |
| κλητική | ελληνοαμερικάνικοι | ελληνοαμερικάνικες | ελληνοαμερικάνικα | |||
| Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
- ελληνοαμερικάνικος < Ελληνοαμερικάν(ος) + -ικος
Προφορά
- ΔΦΑ : /e.li.no.a.me.ɾiˈka.ni.kos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ελ‐λη‐νο‐α‐με‐ρι‐κά‐νι‐κος
Μεταφράσεις
ελληνοαμερικάνικος
|
→ δείτε τη λέξη ελληνοαμερικανικός |
Πηγές
- ελληνοαμερικάνικος - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.