δενδροστοιχία

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η δενδροστοιχία οι δενδροστοιχίες
      γενική της δενδροστοιχίας των δενδροστοιχιών
    αιτιατική τη δενδροστοιχία τις δενδροστοιχίες
     κλητική δενδροστοιχία δενδροστοιχίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
δενδροστοιχία σε επαρχιακό δρόμο

Ετυμολογία

δενδροστοιχία < δένδρον + στοίχος + -ία

Ουσιαστικό

δενδροστοιχία θηλυκό

  • μια σειρά από δέντρα φυτεμένα κατά μήκος ενός δρόμου, πεζόδρομου, (αλέας) κλπ
    Την αντικατάσταση της δενδροστοιχίας στο νότιο πεζοδρόμιο της Ναυαρίνου, μαζί με τα έργα ανακατασκευής του, θα συζητήσει το Δημοτικό Συμβούλιο Καλαμάτας (από την καθημερινή μεσσηνιακή εφημερίδα ΘΑΡΡΟΣ, 3 Μαρτίου 2010)

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.