γκατζετάκιας

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο γκατζετάκιας οι γκατζετάκηδες
      γενική του γκατζετάκια των γκατζετάκηδων
    αιτιατική τον γκατζετάκια τους γκατζετάκηδες
     κλητική γκατζετάκια γκατζετάκηδες
Οι καταλήξεις -ιας, -ια προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «γυαλάκιας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

γκατζετάκιας < γκάτζετ + -άκιας < αγγλική gadget

Ουσιαστικό

γκατζετάκιας αρσενικό

Συγγενικά

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.