γεωγραφικός

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός      
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο γεωγραφικός η γεωγραφική το γεωγραφικό
      γενική του γεωγραφικού της γεωγραφικής του γεωγραφικού
    αιτιατική τον γεωγραφικό τη γεωγραφική το γεωγραφικό
     κλητική γεωγραφικέ γεωγραφική γεωγραφικό
 πτώσεις   πληθυντικός  
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι γεωγραφικοί οι γεωγραφικές τα γεωγραφικά
      γενική των γεωγραφικών των γεωγραφικών των γεωγραφικών
    αιτιατική τους γεωγραφικούς τις γεωγραφικές τα γεωγραφικά
     κλητική γεωγραφικοί γεωγραφικές γεωγραφικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

γεωγραφικός < λείπει η ετυμολογία

Επίθετο

γεωγραφικός, -ή, -ό

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.