αρμενόφωνος
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | αρμενόφωνος | η | αρμενόφωνη | το | αρμενόφωνο |
| γενική | του | αρμενόφωνου | της | αρμενόφωνης | του | αρμενόφωνου |
| αιτιατική | τον | αρμενόφωνο | την | αρμενόφωνη | το | αρμενόφωνο |
| κλητική | αρμενόφωνε | αρμενόφωνη | αρμενόφωνο | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | αρμενόφωνοι | οι | αρμενόφωνες | τα | αρμενόφωνα |
| γενική | των | αρμενόφωνων | των | αρμενόφωνων | των | αρμενόφωνων |
| αιτιατική | τους | αρμενόφωνους | τις | αρμενόφωνες | τα | αρμενόφωνα |
| κλητική | αρμενόφωνοι | αρμενόφωνες | αρμενόφωνα | |||
| Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Προφορά
- ΔΦΑ : /aɾ.meˈno.fo.nos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : αρ‐με‐νό‐φω‐νος
Επίθετο
αρμενόφωνος, -η, -ο
- που έχει ως μητρική ή ως κύρια γλώσσα τα αρμενικά
- ※ Στην ουσιαστική διαφορά κοινωνικό-οικονομικού επιπέδου μεταξύ αστικών κέντρων και επαρχίας προστίθεται και η ουσιαστικότερη διαφορά της γλώσσας που παρατηρείται σε διάφορα σημεία της αυτοκρατορίας. Η γλωσσική ιδιαιτερότητα που παρατηρείται τόσο στις ευρωπαϊκές (σλαβόφωνοι, βλαχόφωνοι κ.τ.λ.) όσο και στις ασιατικές περιοχές (αρμενόφωνοι, τουρκόφωνοι κ.τ.λ.) συνιστούν μια Βαβυλωνία πολυπλοκότερη από αυτήν που σατίρισε ο Δημήτριος Βυζάντιος στο ομότιτλο έργο του, το όποιο όμως αναφερόταν στον περιορισμένο χώρο του ελληνικού βασιλείου.
- Γιώργος Α. Γιαννακόπουλος, Ο Ελληνικός Φιλολογικός Σύλλογος Κωνσταντινουπόλεως (1861-1922): Η ελληνική παιδεία και επιστήμη ως εθνική πολιτική στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, διδακτορική διατριβή, Αθήνα: Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΕΚΠΑ). Σχολή Νομικών, Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών. Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης, 1998
- ※ Στην ουσιαστική διαφορά κοινωνικό-οικονομικού επιπέδου μεταξύ αστικών κέντρων και επαρχίας προστίθεται και η ουσιαστικότερη διαφορά της γλώσσας που παρατηρείται σε διάφορα σημεία της αυτοκρατορίας. Η γλωσσική ιδιαιτερότητα που παρατηρείται τόσο στις ευρωπαϊκές (σλαβόφωνοι, βλαχόφωνοι κ.τ.λ.) όσο και στις ασιατικές περιοχές (αρμενόφωνοι, τουρκόφωνοι κ.τ.λ.) συνιστούν μια Βαβυλωνία πολυπλοκότερη από αυτήν που σατίρισε ο Δημήτριος Βυζάντιος στο ομότιτλο έργο του, το όποιο όμως αναφερόταν στον περιορισμένο χώρο του ελληνικού βασιλείου.
Μεταφράσεις
αρμενόφωνος
|
|
Πηγές
- αρμενόφωνος - Γεωργακάς, Δημήτριος. A Modern Greek-English Dictionary [Ελληνοαγγλικό λεξικό] (μόνο το γράμμα α) - Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.