αντιτραχωματικός
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | αντιτραχωματικός | η | αντιτραχωματική | το | αντιτραχωματικό |
| γενική | του | αντιτραχωματικού | της | αντιτραχωματικής | του | αντιτραχωματικού |
| αιτιατική | τον | αντιτραχωματικό | την | αντιτραχωματική | το | αντιτραχωματικό |
| κλητική | αντιτραχωματικέ | αντιτραχωματική | αντιτραχωματικό | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | αντιτραχωματικοί | οι | αντιτραχωματικές | τα | αντιτραχωματικά |
| γενική | των | αντιτραχωματικών | των | αντιτραχωματικών | των | αντιτραχωματικών |
| αιτιατική | τους | αντιτραχωματικούς | τις | αντιτραχωματικές | τα | αντιτραχωματικά |
| κλητική | αντιτραχωματικοί | αντιτραχωματικές | αντιτραχωματικά | |||
| Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
- αντιτραχωματικός < αντι- + τραχωματικός
Προφορά
- ΔΦΑ : /an.di.tɾa.xo.ma.tiˈkos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐ντι‐τρα‐χω‐μα‐τι‐κός
Επίθετο
αντιτραχωματικός -ή, -ό
- (παρωχημένο) που αναφέρεται στην αντιμετώπιση και καταπολέμηση του τραχώματος ή σχετίζεται μαζί τους
- ※ Η τελετή του αγιασμού κατά την ημέραν των εγκαινίων του Α' Αντιτραχωματικού Σταθμού του Οφθαλμιατρείου Θήρας
- τόμος: Μιχαήλ Αντ. Δανέζη (επιμ.), Σαντορίνη (Αθήνα, 1940), σ. XXXI του ειδικού ένθετου για «Το Οφθαλμιατρείον Θήρας “Η Αγία Βαρβάρα”» (λεζάντα εικόνας)
- ※ Αντιτραχωματικός αγώνας. […] Κατά την περίοδο διακυβέρνησης του Ι. Μεταξά, τα αντιτραχωματικά ιατρεία ήταν τέσσερα και αναλάμβαναν τη θεραπεία όχι μόνο των παιδιών αλλά και ολόκληρης της οικογένειας
- Χρυσάνθη Ταμαλαλίδου, Κοινωνική Πρόνοια και υγεία την περίοδο της δικτατορίας του Ι. Μεταξά, 1936-1940, μεταπτυχιακή διπλωματική εργασία (Κόρινθος: Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, 2014), σσ. 27-28· πρόσβαση: 2020-09-18
- ※ Η τελετή του αγιασμού κατά την ημέραν των εγκαινίων του Α' Αντιτραχωματικού Σταθμού του Οφθαλμιατρείου Θήρας
Μεταφράσεις
αντιτραχωματικός
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.