αντισοβιετικός
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | αντισοβιετικός | η | αντισοβιετική | το | αντισοβιετικό |
| γενική | του | αντισοβιετικού | της | αντισοβιετικής | του | αντισοβιετικού |
| αιτιατική | τον | αντισοβιετικό | την | αντισοβιετική | το | αντισοβιετικό |
| κλητική | αντισοβιετικέ | αντισοβιετική | αντισοβιετικό | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | αντισοβιετικοί | οι | αντισοβιετικές | τα | αντισοβιετικά |
| γενική | των | αντισοβιετικών | των | αντισοβιετικών | των | αντισοβιετικών |
| αιτιατική | τους | αντισοβιετικούς | τις | αντισοβιετικές | τα | αντισοβιετικά |
| κλητική | αντισοβιετικοί | αντισοβιετικές | αντισοβιετικά | |||
| Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
- αντισοβιετικός < αντι- + σοβιετικός
Συγγενικά
- αντισοβιετισμός
- → δείτε τη λέξη Σοβιετικός
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.