αγροχημικός

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός      
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο αγροχημικός η αγροχημική το αγροχημικό
      γενική του αγροχημικού της αγροχημικής του αγροχημικού
    αιτιατική τον αγροχημικό την αγροχημική το αγροχημικό
     κλητική αγροχημικέ αγροχημική αγροχημικό
 πτώσεις   πληθυντικός  
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι αγροχημικοί οι αγροχημικές τα αγροχημικά
      γενική των αγροχημικών των αγροχημικών των αγροχημικών
    αιτιατική τους αγροχημικούς τις αγροχημικές τα αγροχημικά
     κλητική αγροχημικοί αγροχημικές αγροχημικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

αγροχημικός < αγροχημεία + -ικός ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική agrochemical)

Επίθετο

αγροχημικός

Συγγενικά

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.