αβελτίωτος
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | αβελτίωτος | η | αβελτίωτη | το | αβελτίωτο |
| γενική | του | αβελτίωτου | της | αβελτίωτης | του | αβελτίωτου |
| αιτιατική | τον | αβελτίωτο | την | αβελτίωτη | το | αβελτίωτο |
| κλητική | αβελτίωτε | αβελτίωτη | αβελτίωτο | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | αβελτίωτοι | οι | αβελτίωτες | τα | αβελτίωτα |
| γενική | των | αβελτίωτων | των | αβελτίωτων | των | αβελτίωτων |
| αιτιατική | τους | αβελτίωτους | τις | αβελτίωτες | τα | αβελτίωτα |
| κλητική | αβελτίωτοι | αβελτίωτες | αβελτίωτα | |||
| Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
- αβελτίωτος < μεσαιωνική ελληνική ἀβελτίωτος[1] < αρχαία ελληνική βελτιόω / βελτιῶ
Αντώνυμα
Πηγές
- αβελτίωτος - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
- αβελτίωτος - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- αβελτίωτος - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)
Μεταφράσεις
αβελτίωτος
|
|
- αβελτίωτος - LBG - Trapp, Erich, et al. (1994–2007) Lexikon zur byzantinischen Gräzität besonders des 9.-12. Jahrhunderts (Λεξικό της Βυζαντινής Ελληνικής, ιδίως για τον 9ο-12ο αιώνα), Verlag der Österreichischen Akademie der Wissenschaften (Έκδοση της Αυστριακής Ακαδημίας Επιστημών)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.