Τσοπανάκος

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Τσοπανάκος οι Τσοπανάκοι
      γενική του Τσοπανάκου των Τσοπανάκων
    αιτιατική τον Τσοπανάκο τους Τσοπανάκους
     κλητική Τσοπανάκο Τσοπανάκοι
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Δημητράκος (κλίση: υπνάκος)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Τσοπανάκος < Τσοπάν(ης) επώνυμο ή τσοπάν(ος) / τσοπάν(ης) + -άκης
ή υποκοριστικό τσοπανάκος

Προφορά

ΔΦΑ : /t͡so.paˈna.kos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Τσοπανάκος

Κύριο όνομα

Τσοπανάκος αρσενικό

Μεταγραφές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.