Στρυμόνας
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | Στρυμόνας | οι | Στρυμόνες |
| γενική | του | Στρυμόνα | των | Στρυμόνων |
| αιτιατική | τον | Στρυμόνα | τους | Στρυμόνες |
| κλητική | Στρυμόνα | Στρυμόνες | ||
| Κατηγορία όπως «αγώνας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- Στρυμόνας < αρχαία ελληνική Στρυμών (< θρακικά ) < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *srew- (ρέω)
Κύριο όνομα
Στρυμόνας αρσενικό
- ποταμός των Βαλκανίων με συνολικό μήκος 392 χιλιόμετρα, από τα οποία 274 βρίσκονται σε βουλγαρικό έδαφος και 118 σε ελληνικό. Εκβάλλει στον Στρυμονικό κόλπο.
-
Στρυμόνας στη Βικιπαίδεια

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.