Σπανάκης

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Σπανάκης οι Σπανάκηδες
      γενική του Σπανάκη των Σπανάκηδων
    αιτιατική τον Σπανάκη τους Σπανάκηδες
     κλητική Σπανάκη Σπανάκηδες
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Βαμβακάρης (κλίση: μανάβης)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Σπανάκης < σπανάκι[1]

Προφορά

ΔΦΑ : /spaˈna.cis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Σπανάκης

Κύριο όνομα

Σπανάκης αρσενικό (θηλυκό Σπανάκη)

Μεταγραφές

Αναφορές

  1. Μανόλης Τριανταφυλλίδης (²1995), Τα οικογενειακά μας ονόματα, επιμέλεια: Ε.Σ. Στάθης. Θεσσαλονίκη: Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών (Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη). ISBN 9602310103. 1η έκδοση, μεταθανάτια: 1982, σελ. 56.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.