Σκληθριώτης
Νέα ελληνικά (el)
Προφορά
- ΔΦΑ : /skli.θɾiˈo.tis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Σκλη‐θρι‐ώ‐της
Ετυμολογία 1
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | Σκληθριώτης | οι | Σκληθριώτες |
| γενική | του | Σκληθριώτη | των | Σκληθριωτών |
| αιτιατική | τον | Σκληθριώτη | τους | Σκληθριώτες |
| κλητική | Σκληθριώτη | Σκληθριώτες | ||
| Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Κύριο όνομα
Σκληθριώτης αρσενικό (θηλυκό Σκληθριώτισσα)
Συγγενικά
- Σκλήθρα, Σκληθρί, Σκλήθρο
- Σκληθριώτης (επώνυμο)
Μεταφράσεις
Σκληθριώτης
|
|
Ετυμολογία 2
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | Σκληθριώτης | οι | Σκληθριώτηδες |
| γενική | του | Σκληθριώτη* | των | Σκληθριώτηδων |
| αιτιατική | τον | Σκληθριώτη | τους | Σκληθριώτηδες |
| κλητική | Σκληθριώτη | Σκληθριώτηδες | ||
| * Και λόγια γενική ενικού Σκληθριώτου | ||||
| Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
- Σκληθριώτης < πατριδωνυμικό Σκληθριώτης
Μεταγραφές
- κυριλλικοί χαρακτήρες: Склитриотис
- λατινικοί χαρακτήρες: Sklithriotis
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.