Ραπτόπουλος
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | Ραπτόπουλος | οι | Ραπτόπουλοι & Ραπτοπουλαίοι1 |
| γενική | του | Ραπτόπουλου & Ραπτοπούλου |
των | Ραπτόπουλων2 & Ραπτοπουλαίων |
| αιτιατική | τον | Ραπτόπουλο | τους | Ραπτόπουλους3 & Ραπτοπουλαίους |
| κλητική | Ραπτόπουλε | Ραπτόπουλοι & Ραπτοπουλαίοι | ||
| 1. Οι δεύτεροι τύποι, προφορικοί, οικείοι. 2. Παρωχημένη γενική πληθυντικού: Ραπτοπούλων 3. Παρωχημένη αιτιατική πληθυντικού: Ραπτοπούλους | ||||
| Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Παπαδόπουλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Προφορά
- ΔΦΑ : /ɾaˈpto.pu.los/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ρα‐πτό‐που‐λος
Συγγενικά
- Ραπτόπουλο (τοπωνύμιο)
Μεταγραφές
- λατινικοί χαρακτήρες: Raptopoulos
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.