Περγάμιος
Αρχαία ελληνικά (grc)
Ετυμολογία
- Περγάμιος < αρχαία ελληνική Πέργαμ(ος) + -ιος
Επίθετο
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ὁ | Περγάμιος | ἡ | Περγαμίᾱ | τὸ | Περγάμιον |
| γενική | τοῦ | Περγαμίου | τῆς | Περγαμίᾱς | τοῦ | Περγαμίου |
| δοτική | τῷ | Περγαμίῳ | τῇ | Περγαμίᾳ | τῷ | Περγαμίῳ |
| αιτιατική | τὸν | Περγάμιον | τὴν | Περγαμίᾱν | τὸ | Περγάμιον |
| κλητική ὦ! | Περγάμιε | Περγαμίᾱ | Περγάμιον | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| ονομαστική | οἱ | Περγάμιοι | αἱ | Περγάμιαι | τὰ | Περγάμιᾰ |
| γενική | τῶν | Περγαμίων | τῶν | Περγαμίων | τῶν | Περγαμίων |
| δοτική | τοῖς | Περγαμίοις | ταῖς | Περγαμίαις | τοῖς | Περγαμίοις |
| αιτιατική | τοὺς | Περγαμίους | τὰς | Περγαμίᾱς | τὰ | Περγάμιᾰ |
| κλητική ὦ! | Περγάμιοι | Περγάμιαι | Περγάμιᾰ | |||
| δυϊκός | ||||||
| ονομ-αιτ-κλ | τὼ | Περγαμίω | τὼ | Περγαμίᾱ | τὼ | Περγαμίω |
| γεν-δοτ | τοῖν | Περγαμίοιν | τοῖν | Περγαμίαιν | τοῖν | Περγαμίοιν |
| 2η&1η κλίση, Κατηγορία 'λόγιος' όπως «λόγιος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Περγάμιος, -α, -ον
- (ελληνιστική κοινή) ο σχετικός με την πόλη της Περγάμου
Κύριο όνομα
| ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση) δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός | ||||||||
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||||||
|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ὁ | Περγάμιος | οἱ | Περγάμιοι | ||||
| γενική | τοῦ | Περγαμίου | τῶν | Περγαμίων | ||||
| δοτική | τῷ | Περγαμίῳ | τοῖς | Περγαμίοις | ||||
| αιτιατική | τὸν | Περγάμιον | τοὺς | Περγαμίους | ||||
| κλητική ὦ! | Περγάμιε | Περγάμιοι | ||||||
| δυϊκός | ||||||||
| ονομ-αιτ-κλ | τὼ | Περγαμίω | ||||||
| γεν-δοτ | τοῖν | Περγαμίοιν | ||||||
| 2η κλίση, Κατηγορία 'θρίαμβος' όπως «θρίαμβος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||||||
Περγάμιος αρσενικό
Συγγενικά
- → δείτε τη λέξη Πέργαμος
Αναφορές
- Περγάμιος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
- P. M. Fraser and E. Matthews 1987 Lexicon of Greek Personal Names. Vol. I: The Aegean Islands. Cyprus. Cyrenaica, Oxford: Oxford University Press
- Περγάμιος - Trismegistos People, βάση ονομάτων μη βασιλικών προσώπων που αναφέρονται ως κάτοικοι της Αιγύπτου μεταξύ του 800 π.Χ. και του 800 μ.Χ., KU Leuven
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.