Κύριε ελέησον
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
Κύριε ελέησον < αρχαία ελληνική Κύριε ἐλέησον· → δείτε τη λέξη κύριος και ἐλεέω, -ῶ
Έκφραση
Κύριε ελέησον
- (θρησκεία) φράση που επαναλαμβάνεται σε προσευχές και λειτουργικά κείμενα: Κύριε, σπλαχνίσου μας
- φράση που λέγεται για να δηλωθεί μεγάλη έκπληξη
- ↪ Κύριε ελέησον, τι είναι αυτό που πάθαμε!
- (ως ουδέτερο ουσιαστικό)
- ↪ το πολύ το "Κύριε ελέησον" το βαριέται κι ο παπάς / κι ο Θεός: όλοι βαριούνται κάτι που επαναλαμβάνεται
Μεταφράσεις
φράση που επαναλαμβάνεται σε προσευχές και λειτουργικά κείμενα
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.