Κωνσταντινάκης
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | Κωνσταντινάκης | οι | Κωνσταντινάκηδες |
| γενική | του | Κωνσταντινάκη | των | Κωνσταντινάκηδων |
| αιτιατική | τον | Κωνσταντινάκη | τους | Κωνσταντινάκηδες |
| κλητική | Κωνσταντινάκη | Κωνσταντινάκηδες | ||
| Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Βαμβακάρης (κλίση: μανάβης)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- Κωνσταντινάκης < Κωνσταντίν(ος) + υποκοριστικό επίθημα -άκης
Προφορά
- ΔΦΑ : /kon.stan.diˈna.cis/ → και δείτε τη λέξη Κωσταντινάκης
Κύριο όνομα
Κωνσταντινάκης αρσενικό
- υποκοριστικό, χαϊδευτικό ανδρικό όνομα
- ανδρικό επώνυμο (θηλυκό Κωνσταντινάκη)
Συνώνυμα
Μεταγραφές
- λατινικοί χαρακτήρες: Konstantinakis
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.