Κρωπία

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Κρωπία οι Κρωπίες
      γενική της Κρωπίας των Κρωπιών
    αιτιατική την Κρωπία τις Κρωπίες
     κλητική Κρωπία Κρωπίες
Συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Κρωπία < αρχαία ελληνική Κρωπία

Προφορά

ΔΦΑ : /kɾoˈpi.a/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Κρωπία

Κύριο όνομα

Η θέση του δήμου Κρωπίας στην Αττική

Κρωπία θηλυκό

  1. δήμος της Αττικής, με έδρα το Κορωπί
  2. δήμος της αρχαίας Αθήνας

Μεταφράσεις



Αρχαία ελληνικά (grc)

 πτώσεις       ενικός      
ονομαστική Κρωπί
      γενική τῆς Κρωπίᾱς
      δοτική τῇ Κρωπί
    αιτιατική τὴν Κρωπίᾱν
     κλητική ! Κρωπί
1η κλίση, ομάδα 'χώρα', Κατηγορία 'σοφία' όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Κρωπία < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

Κρωπία θηλυκό

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.