Κολοκυνθού
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | Κολοκυνθού | οι | Κολοκυνθούδες |
| γενική | της | Κολοκυνθούς | των | Κολοκυνθούδων |
| αιτιατική | την | Κολοκυνθού | τις | Κολοκυνθούδες |
| κλητική | Κολοκυνθού | Κολοκυνθούδες | ||
| Συνήθως στον ενικό. | ||||
| Κατηγορία όπως «αλεπού» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Προφορά
- ΔΦΑ : /ko.lo.cinˈθu/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κο‐λο‐κυν‐θού
Ετυμολογία 1
- Κολοκυνθού < επώνυμο Κολοκύνθης (η οικογένεια του ιερέα Δημήτρη Κολοκύνθη, που είχε κτήματα στην περιοχή από τα μεσαιωνικά χρόνια)[1] (< αρχαία ελληνική κολοκύνθη) + -ού
- Κολοκυθού [2]
Αναφορές
- Κώστας Η. Μπίρης (³2006), Αι τοπωνυμίαι της πόλεως και των περιχώρων των Αθηνών. Αθήνα: Υπουργείο Πολιτισμού-Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων, ISBN 978-960-214-445-9 (ψηφιακή ανατύπωση της πρώτης έκδοσης του 1971), σελ. 53.
- @books.google Τριανταφυλλίδης, Μανόλης. Άπαντα, Τόμος 8.
Μεταφράσεις
Μεταφράσεις
Κολοκυνθού
|
Αναφορές
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.