Κατίγκω
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | Κατίγκω | οι | Κατίγκες |
| γενική | της | Κατίγκως | των | Κατίγκων |
| αιτιατική | την | Κατίγκω | τις | Κατίγκες |
| κλητική | Κατίγκω | Κατίγκες | ||
| Ο πληθυντικός σε -ες είναι σπάνιος. | ||||
| Κατηγορία όπως «τρελέγκω» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Κύριο όνομα
Κατίγκω θηλυκό
- (παρωχημένο) (λαϊκότροπο) γυναικείο όνομα, η Κατίνα
- η συγγένεια της οικογένειας Μητσοτάκη με τους Βενιζέλους προέκυψε όταν ο Κ. Μητσοτάκης (1845-1898) νυμφεύτηκε την αδελφή του Ελ. Βενιζέλου Κατίγκω
Συγγενικά
- Κατέρω
- → και δείτε τις λέξεις Κατερίνα και Αικατερίνη
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.