Κανέλλης

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Κανέλλης οι Κανέλληδες
      γενική του Κανέλλη των Κανέλληδων
    αιτιατική τον Κανέλλη τους Κανέλληδες
     κλητική Κανέλλη Κανέλληδες
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Βαμβακάρης (κλίση: μανάβης)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Κανέλλης < άγνωστης ετυμολογίας, πιθανόν από το κανέλλα.[1]

Προφορά

ΔΦΑ : /kaˈne.lis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: νέλλης
τονικό παρώνυμο: κανελής

Κύριο όνομα

Κανέλλης αρσενικό (θηλυκό Κανέλλη)

Μεταγραφές

Αναφορές

  1. Εμμανουήλ Π. Καλλίγερος (2002), Κυθηραϊκά επώνυμα. Ιστορική, γεωγραφική και γλωσσική προσέγγιση, Αθήνα: Εταιρεία Κυθηραϊκών Μελετών.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.