Θεμιστοκλής
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | Θεμιστοκλής | οι | Θεμιστοκλείς & Θεμιστοκλήδες ** |
| γενική | του | Θεμιστοκλή & Θεμιστοκλέους * |
των | Θεμιστοκλέων & Θεμιστοκλήδων |
| αιτιατική | τον | Θεμιστοκλή | τους | Θεμιστοκλείς & Θεμιστοκλήδες |
| κλητική | Θεμιστοκλή | Θεμιστοκλείς & Θεμιστοκλήδες | ||
| * Λόγιος τύπος για τα αρχαία ονόματα και τα ονόματα οδών. ** Οι δεύτεροι τύποι του πληθυντικού, για τα σύγχρονα ονόματα. | ||||
| Κατηγορία όπως «Περικλής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- Θεμιστοκλής < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική Θεμιστοκλῆς
-
Θεμιστοκλής στη Βικιπαίδεια
(527-461 π.Χ.) Αθηναίος πολιτικός και στρατηγός
Μεταφράσεις
Θεμιστοκλής
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.