Δούμα
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | Δούμα | ||
| γενική | της | Δούμας | ||
| αιτιατική | τη | Δούμα | ||
| κλητική | Δούμα | |||
| Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||

Το κτίριο της Δούμας της Μόσχας
Προφορά
- ΔΦΑ : /ˈðu.ma/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Δού‐μα
Κύριο όνομα
Δούμα θηλυκό, μόνο στον ενικό
- (πολιτική) ρωσικό νομοθετικό σώμα όπως ιστορικά αυτό της Ρωσικής Αυτοκρατορίας ή η σύγχρονη κάτω βουλή της Ρωσικής Ομοσπονδίας
- ※ Η Δούμα, η Κάτω Βουλή της Ρωσίας, ενέκρινε σήμερα με μεγάλη πλειοψηφία τη συνθήκη με την οποία η Αυτόνομη Δημοκρατία της Κριμαίας εντάσσεται στη Ρωσική Ομοσπονδία, κάτι που σημαίνει ότι απομένει μόνο ένα διαδικαστικό βήμα ώστε η χερσόνησος της Μαύρης Θάλασσας να απορροφηθεί και τυπικά από τη Ρωσική Δημοκρατία.
- H Δούμα ενέκρινε την ένταξη της Κριμαίας στη Ρωσική Ομοσπονδία, Η Καθημερινή, 20 Μαρτίου 2014
- ※ Η Δούμα, η Κάτω Βουλή της Ρωσίας, ενέκρινε σήμερα με μεγάλη πλειοψηφία τη συνθήκη με την οποία η Αυτόνομη Δημοκρατία της Κριμαίας εντάσσεται στη Ρωσική Ομοσπονδία, κάτι που σημαίνει ότι απομένει μόνο ένα διαδικαστικό βήμα ώστε η χερσόνησος της Μαύρης Θάλασσας να απορροφηθεί και τυπικά από τη Ρωσική Δημοκρατία.
Μεταφράσεις
Δούμα
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.