Γκίκας
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
Προφορά
- ΔΦΑ : /ˈɟi.kas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Γκί‐κας
Κύριο όνομα
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | Γκίκας | οι | Γκίκες |
| γενική | του | Γκίκα | — | |
| αιτιατική | τον | Γκίκα | τους | Γκίκες |
| κλητική | Γκίκα | Γκίκες | ||
| Κατηγορία όπως «γαλαξίας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Γκίκας αρσενικό
Κύριο όνομα
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | Γκίκας | οι | Γκίκες Γκίκηδες & Γκικαίοι |
| γενική | του | Γκίκα | των | — Γκίκηδων & Γκικαίων |
| αιτιατική | τον | Γκίκα | τους | Γκίκες Γκίκηδες & Γκικαίους |
| κλητική | Γκίκα | Γκίκες Γκίκηδες & Γκικαίοι | ||
| Ο πληθυντικός, δύσχρηστος. | ||||
| Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Δούκας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Γκίκας αρσενικό
Μεταγραφές
- κυριλλικοί χαρακτήρες: Гикас
- λατινικοί χαρακτήρες: Gikas
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.