Γιώτης
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- Γιώτης < περικοπή του Παναγιώτης
Προφορά
- ΔΦΑ : /ˈʝo.tis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Γιώ‐της
Μεταφράσεις
Γιώτης
|
|
Κύριο όνομα
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | Γιώτης | οι | Γιώτηδες |
| γενική | του | Γιώτη* | των | Γιώτηδων |
| αιτιατική | τον | Γιώτη | τους | Γιώτηδες |
| κλητική | Γιώτη | Γιώτηδες | ||
| * Και λόγια γενική ενικού Γιώτου | ||||
| Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Γιώτης αρσενικό (θηλυκό Γιώτη)
Μεταγραφές
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.