Βλυχάδα

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Βλυχάδα οι Βλυχάδες
      γενική της Βλυχάδας των Βλυχαδών
    αιτιατική τη Βλυχάδα τις Βλυχάδες
     κλητική Βλυχάδα Βλυχάδες
Συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Βλυχάδα < βλυχ(ός) + -άδα

Προφορά

ΔΦΑ : /vliˈxa.ða/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Βλυχάδα

Κύριο όνομα

Βλυχάδα θηλυκό

  1. ονομασία οικισμών της Ελλάδας
  2. ονομασία ακτών της Ελλάδας
  3. σπήλαιο της Ελλάδας, άλλη ονομασία του σπηλαίου του Διρού

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.