Αχαρνές
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | οι | Αχαρνές | ||
| γενική | των | Αχαρνών | ||
| αιτιατική | τις | Αχαρνές | ||
| κλητική | Αχαρνές | |||
| Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- Αχαρνές < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική Ἀχαρναί < Ἀχάρνας, μυθικός ήρωας και ιδρυτής της αρχαίας πόλης. Δείτε και ἀχάρνας (λαβράκι ή ροφός)
- Αχαρνές < αναγραμματισμός της ονομασίας της πόλης Αρχάνες της Κρήτης[1]
Προφορά
- ΔΦΑ : /a.xaɾˈnes/
- ⓘ
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Α‐χαρ‐νές
Κύριο όνομα

Η θέση των Αχαρνών στην Αττική
Αχαρνές θηλυκό, μόνο στον πληθυντικό
- (καθαρεύουσα) Ἀχαρναί
-
Αχαρνές στη Βικιπαίδεια

Αναφορές
- Ιστορία των Αχαρνών, Δήμος Αχαρνών, ανακτήθηκε στις 22 Μαΐου 2020.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.