Αργίτης

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Αργίτης οι Αργίτες
      γενική του Αργίτη των Αργιτών
    αιτιατική τον Αργίτη τους Αργίτες
     κλητική Αργίτη Αργίτες
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Αργίτης < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική Ἀργίτης < αρχαία ελληνική Ἄργ(ος) + -ίτης.[1] Συγχρονικά αναλύεται σε Αργ(ος) + -ίτης, Δείτε και την αρχαία ελληνική Ἀργεῖος

Προφορά

ΔΦΑ : /aɾˈʝi.tis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Αργίτης

Κύριο όνομα

Αργίτης αρσενικό (θηλυκό Αργίτισσα)

  • (πατριδωνυμικό) άλλη μορφή του Αργείος

Συγγενικά

 και δείτε τη λέξη Άργος

Μεταφράσεις

Αναφορές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.