Αναγνώστης

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Αναγνώστης οι Αναγνώστηδες
      γενική του Αναγνώστη των Αναγνώστηδων
    αιτιατική τον Αναγνώστη τους Αναγνώστηδες
     κλητική Αναγνώστη Αναγνώστηδες
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Βαμβακάρης - κλίση: μανάβης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Αναγνώστης < αναγνώστης  Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Προφορά

ΔΦΑ : /a.naˈɣno.stis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Αναγνώστης

Κύριο όνομα

Αναγνώστης αρσενικό

  1. ανδρικό όνομα, δημοφιλές στον 18ο αιώνα
  2. ανδρικό επώνυμο (θηλυκό Αναγνώστη)

Ενδεικτικά, αγωνιστές / πολιτικοί της επανάστασης του 1821 με το όνομα Αναγνώστης:

Μεταφράσεις

Μεταγραφές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.