virer

Γαλλικά (fr)

Προφορά

ΔΦΑ : /vi.ʁe/
 

Ρήμα

virer (fr)

  1. στρίβω, παίρνω στροφή, αλλάζω κατεύθυνση
  2. στρέφω
  3. πετώ κάποιον ή κάτι έξω, απολύω
  4. μεταφέρω χρήματα σε τραπεζικό λογαριασμό, εξαργυρώνω επιταγή κ.λπ.
  5. βιράρω

Εκφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.