taux
Γαλλικά (fr)
| ενικός | πληθυντικός |
|---|---|
| taux | taux |
Εκφράσεις
- taux bancaire - προεξοφλητικός τόκος
- taux d'amortissement - συντελεστής απόσβεσης
- taux de change - τιμή ανταλλαγής συναλλάγματος, τιμή του εθνικού νομίσματος σε σχέση με ένα άλλο (ξένο) νόμισμα
- taux d'escompte - προεξοφλητικό επιτόκιο
- taux d'intérêt - επιτόκιο
- taux de conversion - συντελεστής μετατροπής, τιμή μετατροπής
- taux de mortalité - θνησιμότητα
- taux de natalité - γεννητικότητα
- taux de rotation - ρυθμός ανανέωσης
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.