root
Αγγλικά (en)

Πληροφορική: δομή δένδρου όπου ο κόμβος (A) είναι η ρίζα (root)
Ουσιαστικό
| ενικός | πληθυντικός |
| root | roots |
root (en)
- η ρίζα (ενός φυτού)
- (γλωσσολογία) η ρίζα μιας λέξης
- (μαθηματικά) η ρίζα ενός αριθμού
- square root: τετραγωνική ρίζα, cubic root: κυβική ρίζα, root: ν-οστή ρίζα
- (πληροφορική) η αφετηρία, η ρίζα, ο αρχικός γονικός-κόμβος σε δομή δεδομένων δένδρου (tree)
- ↪ In a tree structure every node has exactly one parent, except the root (which has no parent)
- «Σε μια δομή δέντρου κάθε κόμβος έχει ακριβώς έναν γονέα, εκτός από τη ρίζα/αφετηρία (που δεν έχει γονέα).»
- ※ These data structures are called “trees” because the data structure resembles a tree. It starts with a root node and branch off with its descendants, and finally, there are leaves. [1]
- «Αυτές οι δομές δεδομένων ονομάζονται «δέντρα» επειδή η δομή δεδομένων μοιάζει με δέντρο. Ξεκινά με έναν ριζικό κόμβο και διακλαδίζεται με τους απογόνους του, και τέλος, υπάρχουν φύλλα.»
- ↪ In a tree structure every node has exactly one parent, except the root (which has no parent)
Ρήμα
| ενεστώτας | root |
| γ΄ ενικό ενεστώτα | roots |
| αόριστος | rooted |
| παθητική μετοχή | rooted |
| ενεργητική μετοχή | rooting |
root (en)
- ριζώνω
- (πληροφορική) η απόκτηση δικαιωμάτων διαχειριστή στο λειτουργικό σύστημα ενός υπολογιστικού συστήματος
Αναφορές
- (αγγλικά) Tree Data Structures in JavaScript for Beginners. Αρχειοθέτηση 2020-08-25. Πρόσβαση 2020-10-28.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.