co

Εσπεράντο (eo)

Ετυμολογία

co < c + -o

Ουσιαστικό

co (eo)



Πολωνικά (pl)

Προφορά

ΔΦΑ : /t͡s̑ɔ/
 

Αντωνυμία

co (pl)

  1. (ερωτηματική) τι, ποιο
  2. (αναφορική) που
    to, co jest otwarte - αυτό που είναι ανοιχτό
  3. κάθε

Επιφώνημα

co (pl)

  • (ερωτηματικό) τι

Εκφράσεις

  • co najmniej: τουλάχιστον
     συνώνυμα: przynajmniej
  • czy co?:
    • (ερωτηματικά) ή ...; (δηλαδή: ή κάτι άλλο;)
    • (ερωτηματικά) ή όχι;
    • (ερωτηματικά, απειλητικά) αλλιώς;, αλλιώς τι;
  • nie ma co (+ απαρέμφατο): δεν έχω τι να / δεν ξέρω τι να / δεν υπάρχει τι να / δεν υπάρχει λόγος να
  • nie ma za co: παρακαλώ, τίποτα, δεν κάνει τίποτα
  • po co: γιατί, για ποιο λόγο

  • Παράρτημα:Αντωνυμίες (πολωνικά)



Πορτογαλικά (pt)

Ετυμολογία

co < com + o

Συγχώνευση

co (pt)

  • (παρωχημένο, λαϊκότροπο) με τον



Τσεχικά (cs)

Προφορά

 

Αντωνυμία

co (cs)

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.