τι
Νέα ελληνικά (el)
Αντωνυμία
- ερωτηματική
- τι θέλεις;
- αόριστη
- κάτι τι(ς)
Μόριο
τι
- (σπάνιο) γιατί
- ※ Τι ήρθες ; τι ήρθες ; φεύγα , θα σε σκοτώσουν. (Παπακωνσταντίνου, Γιάννης Γ. (1985)Ενθυμήματα ποτισμένα με αίμα και δάκρυα, σελίδα 177, τόμος 2)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.