Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

-ί κατάληξη ουδετέρων ουσιαστικών: (δείτε και ) < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική -ίν ή -ιν < υποκοριστικό αρχαία ελληνική -ίον
-ί λόγια επιρρήματα: < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική (όπως ἀμαχητ-ί) σε τί, στί, αστί, ιστί και χωρίς > τ > τα εις εί
-ί ουδέτερα επιθέτων σε -ής, -ιά, -ί: < δάνειο από την (άμεσο δάνειο) τουρκική -i, -ι, -u, -ü όπως (fıstık > fıstıki)

Επίθημα

-ί

  1. κατάληξη ουδέτερων ουσιαστικών δείτε και
    παιδί
  2. επίθημα για το σχηματισμό λόγιων επιρρημάτων
    γαλλιστί
  3. επίθημα σχηματισμού του ουδετέρου των επιθέτων σε -ής, -ιά,
    καροτής > καροτί
    λεμονής > λεμονί

  • Νεοελληνικές λέξεις με επίθημα -ί στο Βικιλεξικό

Πηγές



Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)

Ετυμολογία

-ί κατάληξη ουδετέρων ουσιαστικών: (δείτε και -ίν ή -ιν < υποκοριστικό αρχαία ελληνική -ίον
-ί λόγια επιρρήματα: < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική

Επίθημα

-ί

  1. κατάληξη ουδέτερων ουσιαστικών δείτε και -ίν ή -ιν
  2. επίθημα για το σχηματισμό λόγιων επιρρημάτων
    ψηλαφητί


  • Μεσαιωνικές ελληνικές λέξεις με επίθημα -ί στο Βικιλεξικό



Αρχαία ελληνικά (grc)

Ετυμολογία

-ί < πιθανόν κατάλοιπο παλιάς οργανικής πτώσης. Και σε άλλες γλώσσες: λατινικά -i (όπως uti), χεττιτικά (eni-)[1]

Επίθημα

-ί

  • Αρχαίες ελληνικές λέξεις με επίθημα -ί στο Βικιλεξικό

Αναφορές

  1. Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.