Ὠρίων

Αρχαία ελληνικά (grc)

 πτώσεις       ενικός      
ονομαστική Ὠρίων
      γενική τοῦ Ὠρίωνος
      δοτική τῷ Ὠρίων
    αιτιατική τὸν Ὠρίων
     κλητική ! Ὠρίων
3η κλίση, Κατηγορία 'κώδων' όπως «κώδων» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ο Ὠρίων όπως τον φαντάστηκε ο Johannes Hevelius στην "Ουρανογραφία" του το 1690.

Ετυμολογία

Ὠρίων < πιθανόν ὤρα (μέριμνα)  Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Κύριο όνομα

Ὠρίων, -ωνος αρσενικό

  1. ανδρικό όνομα
  2. (ελληνική μυθολογία) ο Ωρίων (Ωρίωνας), κυνηγός που τον σκότωσε η Άρτεμις επειδή τον ερωτεύθηκε η Ηώς και ο οποίος μεταμορφώθηκε σε αστέρι
  3. (αστρονομία) ο αστερισμός Ωρίων

Αλλόγλωσσα παράγωγα

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.