Ἡρόστρατος
Αρχαία ελληνικά (grc)
| ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση) δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός | ||||||||
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||||||
|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ὁ | Ἡρόστρατος | οἱ | Ἡρόστρατοι | ||||
| γενική | τοῦ | Ἡροστράτου | τῶν | Ἡροστράτων | ||||
| δοτική | τῷ | Ἡροστράτῳ | τοῖς | Ἡροστράτοις | ||||
| αιτιατική | τὸν | Ἡρόστρατον | τοὺς | Ἡροστράτους | ||||
| κλητική ὦ! | Ἡρόστρατε | Ἡρόστρατοι | ||||||
| δυϊκός | ||||||||
| ονομ-αιτ-κλ | τὼ | Ἡροστράτω | ||||||
| γεν-δοτ | τοῖν | Ἡροστράτοιν | ||||||
| 2η κλίση, Κατηγορία 'θρίαμβος' όπως «θρίαμβος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||||||
Κύριο όνομα
Ἡρόστρατος αρσενικό
- ανδρικό όνομα, όπως ο εμπρηστής Ηρόστρατος που πυρπόλησε το 365 πκε τον ναό της Αρτέμιδος στη Έφεσο
- νέα ελληνικά: ηροστράτειος
- αγγλικά: herostratic
Πηγές
- Ἡρόστρατος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.