ἐπιών

Αρχαία ελληνικά (grc)

γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
 πτώσεις       ενικός      
ονομαστική ἐπιών ἐπιοῦσ τὸ ἐπιόν
      γενική τοῦ ἐπιόντος τῆς ἐπιούσης τοῦ ἐπιόντος
      δοτική τῷ ἐπιόντ τῇ ἐπιούσ τῷ ἐπιόντ
    αιτιατική τὸν ἐπιόντ τὴν ἐπιούσᾰν τὸ ἐπιόν
     κλητική ! ἐπιών ἐπιοῦσ ἐπιόν
 πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική οἱ ἐπιόντες αἱ ἐπιοῦσαι τὰ ἐπιόντ
      γενική τῶν ἐπιόντων τῶν ἐπιουσῶν τῶν ἐπιόντων
      δοτική τοῖς ἐπιοῦσῐ(ν) ταῖς ἐπιούσαις τοῖς ἐπιοῦσῐ(ν)
    αιτιατική τοὺς ἐπιόντᾰς τὰς ἐπιούσᾱς τὰ ἐπιόντ
     κλητική ! ἐπιόντες ἐπιοῦσαι ἐπιόντ
    δυϊκός  
ονομ-αιτ-κλ τὼ ἐπιόντε τὼ ἐπιούσ τὼ ἐπιόντε
      γεν-δοτ τοῖν ἐπιόντοιν τοῖν ἐπιούσαιν τοῖν ἐπιόντοιν
3η&1η κλίση, Κατηγορία 'φυγών' όπως «φυγών» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Μετοχή

ἐπιών, -οῦσα, -όν

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.