ἀγώγιον
Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)
Ετυμολογία
- ἀγώγιον < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική ἀγώγιον[1]
Ουσιαστικό
ἀγώγιον ουδέτερο
Συγγενικά
- → δείτε τη λέξη ἀγώγι
Αναφορές
- σελ.77, Τόμος Α΄ Κριαράς, Εμμανουήλ. Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Τόμοι Α'-ΙΗ'. (Τόμοι ΙΕ'-ΙΗ' επιμ. Ιωάννης Ν. Καζάζης) πολυτονικό σύστημα: τόμοι 1-5, μεταγραφή σε μονοτονικό: τόμοι 6-τέλος], pdf.Βιβλιογραφία. Άπαντα Εμμανουήλ Κριαρά στην Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.
Αρχαία ελληνικά (grc)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | τὸ | ἀγώγιον | τὰ | ἀγώγιᾰ |
| γενική | τοῦ | ἀγωγίου | τῶν | ἀγωγίων |
| δοτική | τῷ | ἀγωγίῳ | τοῖς | ἀγωγίοις |
| αιτιατική | τὸ | ἀγώγιον | τὰ | ἀγώγιᾰ |
| κλητική ὦ! | ἀγώγιον | ἀγώγιᾰ | ||
| δυϊκός | ||||
| ονομ-αιτ-κλ | τὼ | ἀγωγίω | ||
| γεν-δοτ | τοῖν | ἀγωγίοιν | ||
| 2η κλίση, Κατηγορία 'πρόσωπον' όπως «πρόσωπον» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- ἀγώγιον < ἄγω • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
ἀγώγιον ουδέτερο
- το φορτίο μιας άμαξας
- ※ τούτων ἐγένετο ἔλαττον ἢ πεντεκαίδεκα τάλαντα ἑκάστῳ ζεύγει τὸ ἀγώγιον
- (Ξενοφών, Κύρου Ἀνάβασις (370 πΚΕ, ΣΤ΄, 54)
- ※ τούτων ἐγένετο ἔλαττον ἢ πεντεκαίδεκα τάλαντα ἑκάστῳ ζεύγει τὸ ἀγώγιον
Πηγές
- ἀγώγιον - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- ἀγώγιον - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.