φωτογραμμομετρία

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η φωτογραμμομετρία οι φωτογραμμομετρίες
      γενική της φωτογραμμομετρίας των φωτογραμμομετριών
    αιτιατική τη φωτογραμμομετρία τις φωτογραμμομετρίες
     κλητική φωτογραμμομετρία φωτογραμμομετρίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ουσιαστικό

φωτογραμμομετρία θηλυκό

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.