Υδροχόος

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

Υδροχόος < αρχαία ελληνική ὑδροχόος < ὑδρο- + -χοος (< χέω), «αυτός που γεμίζει με υγρό (πχ τα ποτήρια)»· πρβλ. και το οινοχόος
ο αστερισμός του Υδροχόου
το ζωδιακό σύμβολο του Υδροχόου

Κύριο όνομα

Υδροχόος αρσενικό

  1. όνομα αστερισμού του νότιου ημισφαιρίου. Ανήκει στους 48 αστερισμούς που σημειώθηκαν πρώτη φορά στην αρχαιότητα από τον Πτολεμαίο και στους 88 επίσημους αστερισμούς που το 1922 θέσπισε η Διεθνής Αστρονομική Ένωση
    συντομογραφία: Aqr
  2. (αστρολογία) το ενδέκατο ζώδιο του ζωδιακού κύκλου που θεωρείται ότι κυριαρχεί από 20 Ιανουαρίου μέχρι 18 Φεβρουαρίου

Τα ζώδια

Κριός - Ταύρος - Δίδυμοι - Καρκίνος - Λέων - Παρθένος - Ζυγός - Σκορπιός - Τοξότης - Αιγόκερως - Υδροχόος - Ιχθείς

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.