υγραίνω

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

υγραίνω < αρχαία ελληνική ὑγραίνω < ὑγρός

Προφορά

ΔΦΑ : /iˈɣɾe.no/

Ρήμα

υγραίνω, πρτ.: ύγραινα, στ.μέλλ.: θα υγράνω, αόρ.: ύγρανα, παθ.φωνή: υγραίνομαι

Συνώνυμα

Συγγενικά

Κλίση

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.