τροχαδάκι

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το τροχαδάκι τα τροχαδάκια
      γενική
    αιτιατική το τροχαδάκι τα τροχαδάκια
     κλητική τροχαδάκι τροχαδάκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

τροχαδάκι < τροχάδ(ην) + υποκοριστικό επίθημα -άκι

Ουσιαστικό

τροχαδάκι ουδέτερο

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.