τραγουδάκι

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το τραγουδάκι τα τραγουδάκια
      γενική
    αιτιατική το τραγουδάκι τα τραγουδάκια
     κλητική τραγουδάκι τραγουδάκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

τραγουδάκι < τραγούδι + υποκοριστικό επίθημα -άκι

Ουσιαστικό

τραγουδάκι ουδέτερο

  1. σύντομο τραγούδι
  2. αγαπημένο τραγούδι, παιδικό τραγούδι

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.