τεταρτάκι

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το τεταρτάκι τα τεταρτάκια
      γενική
    αιτιατική το τεταρτάκι τα τεταρτάκια
     κλητική τεταρτάκι τεταρτάκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

τεταρτάκι < υποκοριστικό του τέταρτο

Ουσιαστικό

τεταρτάκι ουδέτερο

  1. χρονικό διάστημα, κατά προσέγγιση ίσο με 15 λεπτά της ώρας
    κουβεντιάσαμε για κανένα τεταρτάκι και μετά έφυγε

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.